Οι αλλαγές και οι συνεχείς τροποποιήσεις του θεσμικού
φορολογικού πλαισίου λειτουργίας των επιχειρήσεων, έχει δημιουργήσει ένα
μεγάλο όγκο νέων διατάξεων τις οποίες ο κάθε φορολογούμενος έχει
υποχρέωση να γνωρίζει καλά, δεδομένου ότι δεν αναγνωρίζεται άγνοια νόμου
και επιβάλλονται κυρώσεις! Ιδίως πρέπει να προσεχθεί η μαζική είσοδος
τη ηλεκτρονικής τήρησης στοιχείων και η υποχρέωση της απόδειξής τους.
Μεταξύ των αλλαγών που έχουν επέλθει είναι και ο τρόπος που απεικονίζονται οι συναλλαγές των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του νέου ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ
ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ (Κ.Φ.Α.Σ.) για την απεικόνιση συναλλαγών ισχύουν τα εξής:
1. Από την απεικόνιση των συναλλαγών στα βιβλία και από τα στοιχεία
πρέπει να προκύπτουν συγκεντρωτικά και αναλυτικά στοιχεία των
καταχωρήσεων και να υποστηρίζονται αυτές, ώστε να είναι ευχερής η
αναλυτική πληροφόρηση και εφικτή η επαλήθευση αυτών από τον φορολογικό
έλεγχο, για τις ανάγκες όλων των φορολογικών αντικειμένων.
2. Τα βιβλία και τα στοιχεία τηρούνται στην ελληνική γλώσσα και στο
ευρώ, εκτός αν έχει νομίμως επιτραπεί η τήρηση αυτών κατ' άλλον τρόπο.
Τα στοιχεία που εκδίδονται για συναλλαγές με το εξωτερικό επιτρέπεται να
διατυπώνονται σε ξένη γλώσσα και να αναγράφεται σε αυτά το ξένο νόμισμα
στο οποίο γίνεται η συναλλαγή.
Ειδικά, τα τιμολόγια και τα στοιχεία που επέχουν θέση τιμολογίου
συνενωμένα ή μη με στοιχεία διακίνησης μπορεί να εκφράζονται σε ξένη
γλώσσα για συναλλαγές και στο εσωτερικό της χώρας. Η φορολογική αρχή
δικαιούται, για ορισμένους υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών ή σε
ορισμένες περιπτώσεις, να ζητά για λόγους ελέγχου, μετάφραση των
στοιχείων που εκφράζονται σε ξένη γλώσσα, τα οποία προσκομίζονται
μεταφρασμένα εντός ευλόγου προθεσμίας, η οποία τίθεται από την
φορολογική αρχή. Τα ποσά που αναφέρονται στα ανωτέρω στοιχεία είναι
δυνατόν να εκφράζονται σε οποιοδήποτε νόμισμα, υπό την προϋπόθεση ότι το
ποσό του οφειλόμενου φόρου εκφράζεται στο εθνικό νόμισμα του
κράτους-μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η παράδοση των αγαθών ή η
παροχή των υπηρεσιών με τη χρήση του μηχανισμού μετατροπής που
προβλέπεται στο άρθρο 91 της Οδηγίας 2006/112/ΕΕ.
3. Κάθε εγγραφή στα βιβλία, που αφορά συναλλαγή ή άλλη πράξη του
υπόχρεου, πρέπει να στηρίζεται σε στοιχεία που προβλέπονται από τις
διατάξεις του παρόντος νόμου ή σε δημόσια έγγραφα ή σε άλλα πρόσφορα
αποδεικτικά στοιχεία.
4. Μηχανογραφικές καταστάσεις ή βεβαιώσεις, σε έγγραφη ή μαγνητική
μορφή, οι οποίες εκδίδονται ή παράγονται από τράπεζες ή άλλους
πιστωτικούς οργανισμούς και πιστοποιούν την πραγματοποίηση από αυτές
εισπράξεων ή πληρωμών για λογαριασμό του Δημοσίου, νομικών προσώπων
δημοσίου δικαίου ή ασφαλιστικών οργανισμών, επέχουν θέση παραστατικών
εγγράφων των δοσοληψιών που αναφέρονται σε αυτές.
5. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ως «ηλεκτρονικό τιμολόγιο»
νοείται το τιμολόγιο που περιέχει τις απαιτούμενες σύμφωνα με τον
παρόντα νόμο πληροφορίες και το οποίο εκδίδεται και λαμβάνεται σε
οποιαδήποτε ηλεκτρονική μορφή. Η χρήση ηλεκτρονικού τιμολογίου υπόκειται
στην αποδοχή του αποκτώντος τα αγαθά ή του λήπτη των υπηρεσιών.
Η αυθεντικότητα της προέλευσης, η ακεραιότητα του περιεχομένου και η
αναγνωσιμότητα των τιμολογίων, σε χαρτί ή σε ηλεκτρονική μορφή,
διασφαλίζεται από τη χρονική στιγμή της έκδοσής τους έως τη λήξη της
περιόδου φύλαξής τους. Κάθε υπόχρεος ορίζει τον τρόπο διασφάλισης της
αυθεντικότητας της προέλευσης, της ακεραιότητας του περιεχομένου και της
αναγνωσιμότητάς του με κάθε πρόσφορο τρόπο ο οποίος διασφαλίζει την
αξιοπιστία της διαδρομής μεταξύ τιμολογίου και παράδοσης αγαθών ή
παροχής υπηρεσιών. Με τον όρο «αυθεντικότητα της προέλευσης» νοείται η
διασφάλιση της ταυτότητας του προμηθευτή ή του εκδότη του τιμολογίου. Με
τον όρο «ακεραιότητα του περιεχομένου» νοείται ότι το περιεχόμενο που
απαιτείται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία δεν έχει αλλοιωθεί.
Για την υλοποίηση των προαναφερομένων η αυθεντικότητα της προέλευσης
και η ακεραιότητα του περιεχομένου ενός ηλεκτρονικού τιμολογίου,
θεωρείται ότι διασφαλίζεται με τους πιο κάτω ενδεικτικά αναφερόμενους
τρόπους:
α) Προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του π.δ. 150/2001 (Α' 125).
β) Ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων (EDI), όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2
της σύστασης 1994/820/Ε.Κ. της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 1994
(Επίσημη Εφημερίδα Ε.Κ. EL 388/28.12.1994), εφόσον η συμφωνία σχετικά με
αυτή την ανταλλαγή προβλέπει τη χρησιμοποίηση διαδικασιών που να
εξασφαλίζουν τη γνησιότητα της προέλευσης και την ακεραιότητα των
δεδομένων.
γ) Σήμανση με τη χρήση ειδικών ασφαλών διατάξεων σήμανσης του ν.1809/1988.
Στην περίπτωση που πλήθος τιμολογίων αποστέλλεται ή τίθεται στη διάθεση
του ίδιου αποκτώντος αγαθά ή λήπτη υπηρεσιών, οι κοινές ενδείξεις στα
διάφορα τιμολόγια είναι δυνατόν να παρατίθενται μία μόνο φορά, όταν
είναι δυνατή η πρόσβαση στο σύνολο των πληροφοριών κάθε τιμολογίου.
Ειδικά, για συναλλαγές με ιδιώτες το αντίτυπο των φορολογικών
στοιχείων ή παραστατικών που προορίζεται για τον πελάτη, μπορεί να μην
αποστέλλεται σε χαρτί, εφόσον ο πελάτης αποδέχεται τη λήψη ηλεκτρονικών
αρχείων, τα οποία περιέχουν όλα τα δεδομένα και τις ενδείξεις που
αποτυπώνονται στο στέλεχος ή το ηλεκτρονικό αρχείο του εκδότη των
στοιχείων.
6. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών μπορεί να συγχωνεύει ή συνενώνει
οποιοδήποτε βιβλίο ή βιβλία, στοιχείο ή στοιχεία, βιβλίο και στοιχείο ή
βιβλία και στοιχεία σε άλλο, με την προϋπόθεση ότι από το βιβλίο ή το
στοιχείο που προκύπτει από τη συγχώνευση ή τη συνένωση παρέχονται
τουλάχιστον τα δεδομένα των συγχωνευομένων ή συνενωμένων βιβλίων ή
στοιχείων. Επί συνένωσης βιβλίου με στοιχείο το βιβλίο μπορεί να
τηρείται σε περισσότερα του ενός αντίτυπα.
7. Σε περίπτωση βλάβης μηχανήματος ή γενικά μη λειτουργίας του
λογισμικού παρατείνεται η προθεσμία ενημέρωσης των βιβλίων με εξαίρεση
της αναλυτικής πληροφόρησης της παραγράφου 23 του άρθρου 4. Η παράταση
αυτή δεν μπορεί να υπερβεί την προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας
εισοδήματος.
8. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που χρησιμοποιεί ηλεκτρονικό
υπολογιστή (Η/Υ) για την τήρηση των βιβλίων ή την έκδοση των στοιχείων
υποχρεούται να θέτει στη διάθεση του προϊσταμένου της Δ.Ο. Υ., το
κατάλληλο προσωπικό για τη χρήση του λογισμικού της επιχείρησης, για όσο
χρόνο απαιτηθεί, κατά τη διάρκεια του ελέγχου και να επιτρέπει, σε
συνεργείο ελέγχου που συμμετέχει και υπάλληλος με ειδικότητα
πληροφορικής, την απευθείας λήψη οποιουδήποτε στοιχείου ή πληροφορίας
από τα αρχεία του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Επίσης, υποχρεούται να
παρέχει κάθε πληροφορία στον φορολογικό έλεγχο σχετικά με τις εφαρμογές
λογισμικού που αναφέρονται τουλάχιστον στην εφαρμογή των διατάξεων της
Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών. Τις υποχρεώσεις του προηγούμενου
εδαφίου έχει και όποιος αναλαμβάνει τη μηχανογραφική τήρηση των βιβλίων
των υπόχρεων.
κατά το άρθρο 3 ισχύουν Εξαιρέσεις και Απαλλαγές μεταξύ των οποίων:
-Δεν είναι υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών τα φυσικά πρόσωπα, με
εξαίρεση τους ελεύθερους επαγγελματίες, τα οποία, ευκαιριακά και ως
παρεπόμενη απασχόληση, πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες για τις
οποίες εκδίδονται στοιχεία από τον αντισυμβαλλόμενο.
- Απαλλάσσεται από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης αποδείξεων
λιανικής ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών φυσικό πρόσωπο, που
πραγματοποίησε κατά την προηγούμενη ετήσια διαχειριστική περίοδο
ακαθάριστα έσοδα μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ από την πώληση αγαθών
ή την παροχή υπηρεσιών, αθροιστικά ή διαζευκτικά.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου της παραγράφου αυτής δεν
εφαρμόζονται επί ελευθέρων επαγγελματιών, επί υπόχρεων απεικόνισης
συναλλαγών που πραγματοποιούν ακαθάριστα έσοδα από πωλήσεις κατά ποσοστό
τουλάχιστον εξήντα τοις εκατό (60%) σε άλλο υπόχρεο απεικόνισης
συναλλαγών ή εξαγωγές ανεξάρτητα από ποσοστό, καθώς και επί προσώπων που
επιλέγουν την ένταξή τους στο κανονικό καθεστώς Φ. Π. Α. ως και επί
επιτηδευματιών που παρέχουν υπηρεσίες από επαγγελματική εγκατάσταση ή
παρέχουν υπηρεσίες επισκευής ή συντήρησης τεχνικών έργων ή εγκαταστάσεων
επιτηδευματιών ή μη.
-Έξοδα πρώτης εγκατάστασης, αγορές και λοιπές συναλλαγές που
πραγματοποιούνται από τον ιδρυτή, πριν τη σύσταση νομικού προσώπου ή
υποκαταστήματος αλλοδαπού προσώπου ή κοινοπραξίας ή την έναρξη
λειτουργίας ατομικής επιχείρησης και οποιασδήποτε επιχείρησης γενικά,
καταχωρούνται στα βιβλία των προσώπων αυτών μετά τη σύστασή τους ή την
υποβολή της δήλωσης έναρξης εργασιών, κατά περίπτωση.
πηγή:ΕΕΑ